Η αύξηση του κατώτατου μισθού και η κατάργηση του «υποκατώτατου» μισθού για νέους κάτω των 25 ετών, που θα ανακοινωθούν μέσα στις επόμενες ημέρες, θα οδηγήσουν σε αύξηση 24 διαφορετικά επιδόματα τα οποία συνδέονται με τις κατώτατες αποδοχές. Αυτό επισημαίνει σε συνέντευξη που παραχώρησε στη «Ναυτεμπορική» η αρμόδια υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης Έφη Αχτσιόγλου, τονίζοντας ότι «οι αυξήσεις αυτές θα ενσωματωθούν στα επιδόματα αυτόματα τον Φεβρουάριο». Σύμφωνα με την κ. Αχτσιόγλου, η αύξηση του κατώτατου μισθού θα έχει πολλαπλασιαστικές επιπτώσεις, όχι μόνο για όσους αμείβονται με αυτόν, αλλά και σε άνεργους, σπουδαστές, εργαζόμενες μητέρες και εκτιμά ότι «από την αύξηση των επιδομάτων και μόνο θα ωφεληθούν περίπου 300.000 άτομα».
Για το μείζον ζήτημα της νέας ρύθμισης των οφειλών στα ασφαλιστικά ταμεία σε έως 120 δόσεις, η κ. Αχτσιόγλου προσδιορίζει τον χρόνο ενεργοποίησής της στις αρχές του Μαρτίου. Επισημαίνει ότι το κούρεμα έως και 85% που θα γίνει στις προσαυξήσεις των χρεών, θα δώσει ανάσα σε δεκάδες χιλιάδες ασφαλισμένους, που σώρευσαν χρέη από το 2002 και μετά, αλλά και σε όσους, λόγω των οφειλών τους προς τα ασφαλιστικά ταμεία, δεν μπορούν μέχρι σήμερα να λάβουν σύνταξη παρότι έχουν συμπληρώσει τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης.
Χαρακτηρίσατε πρόσφατα ως «εξαιρετικά τεκμηριωμένη» την πρόταση της επιτροπής εμπειρογνωμόνων που περιλαμβάνει αυξήσεις στους κατώτατους μισθούς και στα ημερομίσθια που κυμαίνονται σε ένα εύρος από 5% έως και 10%. Έχετε καταλήξει στο ύψος των αυξήσεων και στον χρόνο ανακοίνωσής τους;
«Η επιτροπή των εμπειρογνωμόνων προτείνει αύξηση με εύρος από 5% έως 10%, η δική μας πρόθεση είναι να κινηθούμε όσο το δυνατόν υψηλότερα επιτρέπουν οι δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας. Την ερχόμενη εβδομάδα, εντός δηλαδή του Ιανουαρίου, θα ανακοινώσουμε το ακριβές ύψος της αύξησης του κατώτατου μισθού που θα συνοδευτεί με την ταυτόχρονη κατάργηση του υποκατώτατου μισθού για τους νέους έως 25 ετών. Μετά την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου και την υπουργική απόφαση που θα υπογράψω, ο νέος αυξημένος κατώτατος μισθός θα ισχύσει από την 1η Φεβρουαρίου για όλους, χωρίς ηλικιακές διακρίσεις. Η αύξηση θα είναι αισθητή για όλους τους εργαζόμενους, ενώ ειδικά για τους νέους έως 25 ετών η αύξηση στις αποδοχές τους θα είναι ιδιαιτέρως σημαντική».
Σας απασχολεί το ενδεχόμενο απολύσεων εργαζομένων εξαιτίας των αυξήσεων ή ακόμη το ενδεχόμενο υιοθέτησης πρακτικών μετατροπής σημερινών συμβάσεων πλήρους απασχόλησης σε συμβάσεις μερικής απασχόλησης προκειμένου να μην ενσωματωθούν οι αυξήσεις;
«Τόσο η διεθνής εμπειρία όσο και οι πλέον πρόσφατες έρευνες αποδεικνύουν ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού δεν έχει αρνητικές επιπτώσεις στην απασχόληση. Υπενθυμίζω το παράδειγμα της Πορτογαλίας, όπου η κυβέρνηση της χώρας προχώρησε σε διαδοχικές ετήσιες αυξήσεις του κατώτατου μισθού χωρίς να ανακοπεί η πτωτική τάση της ανεργίας. Δείτε όμως και το αντίστροφο αρνητικό παράδειγμα της Ελλάδας την περίοδο 2012-2013. Το 2012 ο κατώτατος μισθός στη χώρα μας περικόπηκε κατά 22% και θεσπίστηκε ο ντροπιαστικός υποκατώτατος μισθός για τους νέους, και την αμέσως επόμενη χρονιά η ανεργία εκτοξεύτηκε στα επίπεδα ρεκόρ του 28%.
Επιπλέον, η πλέον πρόσφατη έρευνα που έχουμε για το ζήτημα, έρευνα του 2018 ειδικά για την Ελλάδα, των Γεωργιάδη κ.ά., επιβεβαιώνει ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού δεν επιδρά αρνητικά στην απασχόληση. Η αύξηση του κατώτατου μισθού, ιδίως σε μια οικονομία όπως η ελληνική, οδηγεί σε τόνωση της ζήτησης και συμβάλλει στην ανάπτυξη της οικονομίας. Αυτό που αντιθέτως έχει αποδεδειγμένα λειτουργήσει υφεσιακά στην ελληνική οικονομία ήταν οι πολιτικές της μείωσης των μισθών. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο θεωρούμε την αύξηση των μισθών όχι απλώς εργαλείο κοινωνικής δικαιοσύνης -για να μοιράζεται ο παραγόμενος πλούτος δικαιότερα-, αλλά πρωτίστως αναπτυξιακό μέτρο. Και τη στόχευση αυτή, της αύξησης των μισθών, υπηρετούμε τόσο με την αύξηση του κατώτατου μισθού όσο και με την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και την υλοποίηση προγραμμάτων εργασίας με υψηλότερους μισθούς σε σχέση με αυτούς που παραδοσιακά εγγυόταν ο ΟΑΕΔ».
Ο κατώτατος μισθός είναι συνδεδεμένος με μία σειρά επιδομάτων, όπως -για παράδειγμα- το επίδομα ανεργίας. Πότε θα ενσωματωθούν οι αυξήσεις του κατώτατου μισθού στην αύξηση του επιδόματος ανεργίας και των άλλων παροχών;
«Πράγματι, η αύξηση του κατώτατου μισθού θα οδηγήσει σε αύξηση συνολικά 24 επιδόματα που συναρτώνται με το ύψος του κατώτατου μισθού. Οι αυξήσεις αυτές θα ενσωματωθούν στα επιδόματα αυτόματα τον Φεβρουάριο, αμέσως μετά δηλαδή τη δημοσίευση της υπουργικής απόφασης που θα υπογράψω για την αύξηση του κατώτατου μισθού. Μεταξύ των επιδομάτων που θα αυξηθούν είναι το επίδομα ανεργίας, οι παροχές μητρότητας, το ειδικό εποχικό επίδομα, το επίδομα επίσχεσης εργασίας ή διακοπής εργασιών της επιχείρησης, το επίδομα διαθεσιμότητας, η αποζημίωση ασκούμενων σπουδαστών, η αμοιβή των σπουδαστών στις ΕΠΑΣ του ΟΑΕΔ.
Επομένως, από την αύξηση του κατώτατου μισθού θα ωφεληθούν σημαντικά όχι μόνο όσοι αμείβονται με τον κατώτατο μισθό, αλλά και άνεργοι, σπουδαστές, εργαζόμενες μητέρες, που λαμβάνουν τα επιδόματα αυτά. Από την αύξηση των επιδομάτων και μόνο θα ωφεληθούν περίπου 300.000 συμπολίτες μας. Καταλαβαίνετε λοιπόν την πολλαπλασιαστική κοινωνική σημασία της αύξησης του κατώτατου μισθού».
Δώσατε έμφαση στην επαναφορά των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Σχεδιάζετε την επέκταση νέων κλαδικών συμβάσεων εργασίας;
«Ήδη από τη λήξη του προγράμματος, την 21η Αυγούστου, έως σήμερα έχουν επεκταθεί 10 κλαδικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας που καλύπτουν συνολικά περίπου 200.000 εργαζόμενους, κάτι που συνεπάγεται αυξήσεις για δεκάδες χιλιάδες μισθωτούς και βελτίωση των όρων εργασίας τους.
Αυτός ήταν και ο λόγος, εξάλλου, που επιμείναμε σθεναρά στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων εντός προγράμματος και πετύχαμε την επαναφορά των βασικών αρχών των συλλογικών διαπραγματεύσεων, της επεκτασιμότητας και της αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης.
Το υπουργείο Εργασίας θα συνεχίσει να εξετάζει τις εν ισχύι συλλογικές συμβάσεις εργασίας και όποιες υπογραφούν στο μέλλον, ώστε να κηρύξει γενικώς υποχρεωτικές όποιες απ’ αυτές πληρούν τις προϋποθέσεις. Από την πλευρά μας έχουμε πλέον πράξει αυτό που μας αντιστοιχούσε και τώρα είναι στο χέρι των κοινωνικών εταίρων να καθίσουν στο τραπέζι και να προχωρήσουν στην υπογραφή νέων συλλογικών συμβάσεων εργασίας».
Επεξεργάζεστε τη θέσπιση μιας νέας ρύθμισης ασφαλιστικών οφειλών σε έως 120 δόσεις. Ποιο είναι το κρίσιμο ζήτημα στο οποίο στοχεύει αυτή η ρύθμιση και ποια κριτήρια θα υπάρξουν ώστε να αποκλείονται οι στρατηγικοί κακοπληρωτές και να μην εντάσσονται όσοι εγκαταλείπουν τις υπάρχουσες ρυθμίσεις;
«Η ρύθμιση οφειλών προς τα ασφαλιστικά ταμεία θα αφορά ενεργούς και ανενεργούς επαγγελματίες και άτομα κοντά στη σύνταξη. Θα δώσει ανάσα σε δεκάδες χιλιάδες ασφαλισμένους που λόγω υπαρκτών οικονομικών δυσκολιών σώρευσαν χρέη από το 2002 και μετά, τα οποία δεν μπόρεσαν να ρυθμίσουν μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού, που θέσαμε σε λειτουργία πέρυσι.
Για τις οφειλές που δημιουργήθηκαν έως την 31η/12/2016 θα υπάρξει ρύθμιση με κούρεμα και της βασικής οφειλής. Το κούρεμα αυτό θα προκύψει από τον επανυπολογισμό των οφειλόμενων εισφορών, με βάση το πραγματικό εισόδημα του ασφαλισμένου κατά τα έτη που δημιουργήθηκαν οι οφειλές. Επίσης, θα υπάρχει κούρεμα και των προσαυξήσεων κατά 85%. Η εφαρμογή αυτών των κανόνων θα οδηγεί σε μια νέα μειωμένη οφειλή για τον ασφαλισμένο, που θα αντικαθιστά την παλιά. Την οφειλή αυτή θα μπορεί να την αποπληρώνει σε έως και 120 δόσεις. Σε δόσεις θα μπορεί κανείς να ρυθμίσει και τις οφειλές που δημιουργήθηκαν από 1/1/2017 έως 31/12/2017.
Η παρέμβασή μας αυτή, πέρα από την προφανή στήριξη που θα δώσει στους επαγγελματίες, θα θεραπεύσει και ένα άλλο σοβαρό κοινωνικό πρόβλημα: τις περιπτώσεις εκείνες των ανθρώπων που λόγω των χρεών τους προς τα ασφαλιστικά ταμεία δεν μπορούν να λάβουν σύνταξη παρότι έχουν συμπληρώσει τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης. Μέσω του κουρέματος της βασικής οφειλής και της ρύθμισης σε έως 120 δόσεις, οι συμπολίτες μας θα μπορέσουν να λάβουν σύνταξη, τακτοποιώντας σιγά σιγά και την οφειλή τους προς τα ασφαλιστικά ταμεία. Πρόκειται για μια παρέμβαση τεράστιας κοινωνικής ανακούφισης, την οποία σχεδιάζουμε να φέρουμε στη Βουλή εντός του Φεβρουαρίου, ώστε να τεθεί σε εφαρμογή από τις αρχές Μαρτίου».
Καταπολέμηση παραβατικότητας στους χώρους εργασίας
Ποιες είναι οι προτεραιότητές σας για την αντιμετώπιση της αδήλωτης, αλλά και της υποδηλωμένης εργασίας, η οποία αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα της αγοράς εργασίας;
«Η καταπολέμηση της παραβατικότητας στους χώρους εργασίας, που εκτινάχθηκε την περίοδο 2010-2014, αποτέλεσε κεντρική μας στόχευση στο υπουργείο Εργασίας από την πρώτη μέρα της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ. Κι αυτό γιατί και το καλύτερο νομικό πλαίσιο προστασίας των εργαζομένων να έχεις, αν δεν τηρείται αυτό στην πράξη, τότε δεν έχεις τίποτα. Από την πλευρά μας, προχωράμε με σκληρή δουλειά προσηλωμένοι στον στόχο. Ενισχύουμε το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας με ανθρώπινο δυναμικό. Όταν αναλάβαμε υπήρχαν 700 υπάλληλοι στο ΣΕΠΕ. Μέσα από ένα εντατικό πλάνο ενίσχυσης του σώματος, σε λίγο καιρό οι υπάλληλοι θα ξεπεράσουν τους 950. Πρόκειται για μια αύξηση του προσωπικού της τάξης του 35%, πράγμα που έχει μεγάλη σημασία, καθώς ένα ελεγκτικό σώμα χρειάζεται πρωτίστως ανθρώπους. Από κει και πέρα, σε επίπεδο θεσμικών παρεμβάσεων, θέσαμε για πρώτη φορά κανόνες για την τήρηση των ωραρίων και τη δήλωση των υπερωριών. Και είναι χαρακτηριστικό ότι από τη στιγμή που θέσαμε τους κανόνες αυτούς ο αριθμός των επιχειρήσεων που δηλώνουν υπερωρίες μέσα σε μια χρονιά υπερδιπλασιάστηκε.
Καταλαβαίνετε σε πόσες κερδισμένες ώρες εργασίας μεταφράζεται αυτό για τους εργαζόμενους. Προχωρήσαμε επίσης στην αλλαγή της αρχιτεκτονικής του προστίμου για την αδήλωτη εργασία, προβλέποντας σημαντικές εκπτώσεις για τον εργοδότη εφόσον προσλάβει τον εργαζόμενο. Η προσπάθειά μας αποδίδει καρπούς. Η αδήλωτη εργασία στους κλάδους υψηλής παραβατικότητας μειώθηκε από 19% το 2014 σε 12% το 2017 και τα στοιχεία θα είναι σημαντικά βελτιωμένα το 2018. Είναι ωστόσο προφανές ότι η μάχη για την πλήρη τήρηση των κανόνων και τον σεβασμό των εργατικών δικαιωμάτων στην ελληνική αγορά εργασίας χρειάζεται ακόμη πολλή δουλειά για να θεωρηθεί κερδισμένη».
Του Στέλιου Παπαπέτρου, naftemporiki.gr